στέφανος — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο πρώτος και πιο γνωστός από τους επτά διακόνους, που είχαν εκλεχτεί για να υπηρετούν τις Αγάπες της πρώτης Εκκλησίας, στην Ιερουσαλήμ. Διακρινόταν για τη μεγάλη του χριστιανική δράση, αλλά… … Dictionary of Greek
ηράκλειος — I Όνομα αυτοκρατόρων του Βυζαντίου. 1. Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (610 641 μ.Χ.), η βασιλεία του οποίου αποτέλεσε σταθμό για τη βυζαντινή ιστορία. Τα μεγάλα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει ο Η. ήταν εξωτερικά (η περσική απειλή από τα Α και η … Dictionary of Greek
νικηφόρος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ίδρυσε τη Μονή Χαρσιανού. Η μνήμη του τιμάται στις 23 Οκτωβρίου. 2. Ν. ο Φωκάς. Αυτοκράτορας του Βυζάντιου. Η μνήμη του τιμάται στις 11 Δεκεμβρίου. 3. Πιάστηκαν αιχμάλωτοι μαζί με τον Στέφανο και… … Dictionary of Greek
πολύευκτος — I Χαλκοπλάστης από την Αθήνα, που έζησε τον 3o αι. π.Χ. Ο Παυσανίας και ο Πλούταρχος αναφέρουν πως είχε κατασκευάσει μεγάλο ανδριάντα του ρήτορα Δημοσθένη, που είχε τοποθετηθεί κοντά στο ιερό του Άρη και στον βωμό των Δώδεκα θεών το 280 π.Χ.,… … Dictionary of Greek
Αδελαΐδα — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Σύζυγος του βασιλιά της Ιταλίας Λοθάριου B’ (947 949) και έπειτα του αυτοκράτορα Όθωνα Α’ (951 973). Όταν πέθανε ο Όθων, άσκησε καθήκοντα αντιβασίλισσας έως την ενηλικίωση του γιου της Όθωνα Γ’ (983 993). Ακολούθως… … Dictionary of Greek
Θεοφανώ — Όνομα αυτοκρατειρών της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. 1. Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου (αρχές 9ου αι.). Ήταν ανιψιά της βασίλισσας Ειρήνης και σύζυγος του Σταυρακίου, γιου του αυτοκράτορα Νικηφόρου A’ (802 811). Εξαιτίας του τραυματισμού του στη μάχη… … Dictionary of Greek
Ιωάννης — I (Juan).Όνομα δύο βασιλιάδων της Αραγονίας. 1. I. A’ (1350 – 1395). Βασιλιάς της Αραγονίας (1387 95). Ήταν γιος του Πέτρου Δ’, που άφησε τη διακυβέρνηση του κράτους του στη σύζυγό του, Γιολάνδη. Ο Ι. Α’ προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα,… … Dictionary of Greek
Καιλεστίνος — (Celestine).Όνομα πέντε παπών και ενός αντίπαπα της Ρώμης. 1. Κ. A’ (; – 432). Πάπας της Ρώμης (422 432). Καταγόταν από τη Νάπολη και διαδέχθηκε τον Βονιφάτιο A’. Στα χρόνια της παπικής εξουσίας του προσαρτήθηκαν στη Δυτ. Καθολική Εκκλησία οι… … Dictionary of Greek
Μαρία — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ονομαζόταν και Μαριάμ. Ήταν η μητέρα του Χριστού, η Θεοτόκος. Οι μόνες πληροφορίες για τον βίο της περιέχονται στα ευαγγέλια και στα απόκρυφα κείμενα. Βλ. λ. Θεοτόκος. 2. Μ. η Μαγδαληνή. Καταγόταν… … Dictionary of Greek
Ρωμανός — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Διάκονος στην Καισάρεια της Παλαιστίνης. Μαρτύρησε επί Διοκλητιανού (284 305) και Μαξιμιανού (286 305) με απαγχονισμό. Η μνήμη του τιμάται στις 18 Νοεμβρίου. 2. Άκμασε επί Μαξιμιανού (286 305).… … Dictionary of Greek